19/7/2024
Το Δικαστήριο ενέκρινε Πλεονασμούς της περιόδου της Πανδημίας, εργοδότη ο οποίος δεν επωφελήθηκε από τα σχέδια
Στις 09 Ιουλίου 2024 το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών εξέδωσε απόφαση με την οποία ενέκρινε τη θέση της Εργοδότριας Εταιρείας ότι ο τερματισμός της απασχόλησης του Αιτούντα δικαιολογείται ως απόλυση πλεονάζοντος προσωπικού.
Σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, ο Αιτητής εργάστηκε στην υπηρεσία της Εργοδότριας Εταιρείας ως πωλητής παγωτού για 24 συνεχή έτη, όπου τερματίστηκε η απασχόληση λόγω του ότι υπήρξαν στην Εργοδότρια Εταιρεία συνθήκες πλεονασμού όπως αυτές περιγράφονται στη σχετική Νομοθεσία. Συγκεκριμένα λόγω της πανδημίας του κορονοϊού ο κύκλος πωλήσεων του τμήματος παγωτού μειώθηκε δραστικά και λόγω αυτής της μείωσης η Εργοδότρια Εταιρεία αναγκάστηκε να αναδιοργανώσει τον τρόπο εκτέλεσης των εργασιών της, με τη σύμπτυξη δρομολόγιων με αποτέλεσμα να τερματιστεί η εργοδότηση του Αιτητή.
Το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού απέρριψε το αίτημα πληρωμής λόγω πλεονασμού υποστηρίζοντας ότι ο τερματισμός ήταν μία απόρροια της πανδημίας COVID-19 και ότι δεν υπήρχαν συνθήκες πλεονασμού που δικαιολογούσαν την απόλυση του Αιτητή, ως υποστήριξε η Εργοδότρια Εταιρεία.
Το Δικαστήριο εξετάζοντας και τις δύο θέσεις, διαπίστωσε ότι κατά την επίδικη περίοδο υπήρξε σημαντική μείωση σε σύγκριση με τον κύκλο και όγκο εργασιών της Εργοδότριας Εταιρείας που είχε τα προηγούμενα έτη πριν την επίδικη περίοδο. Περαιτέρω, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι όταν η Εργοδότρια Εταιρεία έλαβε την απόφαση της για απόλυση του Αιτητή ήταν σε θέση να γνωρίζει τα οικονομικά αποτελέσματα της για την επίδικη περίοδο και ότι παρά ότι διαφάνηκε ότι την επόμενη χρονιά ο κύκλος και ο όγκος εργασιών της Εργοδότριας Εταιρείας είχε αυξηθεί σημαντικά σε σχέση με τον κύκλο και τον όγκο εργασιών της επίδικης περιόδου, έκρινε ότι η εν λόγω αύξηση στην ουσία δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αύξηση εφόσον ο κύκλος και ο όγκος εργασιών της Εργοδότριας Εταιρείας παρέμειναν σημαντικά μειωμένοι σε σχέση με τον κύκλο και τον όγκο εργασιών που είχε τα προηγούμενα έτη πριν την απόλυση του Αιτητή.
Σημειώνεται δε ότι το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού έθεσε ως ισχυρισμό το γεγονός ότι η Εργοδότρια Εταιρεία δεν εκμεταλλεύτηκε τα σχέδια στήριξης των εργοδοτών που παρείχε η Κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Όμως το Δικαστήριο έκρινε ότι τα σχέδια στήριξης δεν τροποποίησαν με οποιοδήποτε τρόπο τις νομοθετικές πρόνοιες του άρθρου 18 του Νόμου ώστε η επιλογή ενός εργοδότη να μην συμμετάσχει στα σχέδια στήριξης και να απολύσει προσωπικό ως πλεονάζον να θεωρείται αυτόματα ότι παραβιάζει τις πρόνοιες του Νόμου και συνακόλουθα οι όποιες απολύσεις για λόγους πλεονασμού κατά τη διάρκεια της πανδημίας να θεωρούνται παράνομες.
Συνεπώς, το Δικαστήριο στηριζόμενο στα πιο πάνω ευρήματα του, κατέληξε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο απόλυσης του Αιτητή υπήρχαν στην επιχείρηση της Εργοδότριας Εταιρείας πραγματικές συνθήκες πλεονασμού οι οποίες δικαιολογούν την, από μέρους της Εργοδότριας Εταιρείας, λήψη μέτρων μείωσης του προσωπικού της και την απόλυση του Αιτητή με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 18 (γ) (vii) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου 1967 (Ν. 24/67), ήτοι περιορισμού του όγκου εργασίας ή της επιχείρησης.